Christina Papaioannou & Thanassis Moutsopoulos: Speech / presentation in the context of "Let the Lion talk" solo exhibition.
Theme: "Painting in the Digital Era"
Saturday, 21 May, Sianti Gallery, Athens.
Thanassis Moutsopoulos, Art historian Bio
Χριστίνα Παπαϊωάννου & Θανάσης Μουτσόπουλος: Ομιλία / παρουσίαση στα πλαίσια της ατομικής έκθεσης "Let the Lion talk".
Θέμα: "Η Ζωγραφική στην Ψηφιακή εποχή"
Σάββατο 23 Μαΐου, 2022, Sianti Gallery, Αθήνα.
Θανάσης Μουτσόπουλος, Ιστορικός Τέχνης Bio
ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΜΕΤΑ-ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Η εμπλοκή του Ψηφιακού με το Ζωγραφικό στην πρώτη ατομική έκθεση της Χριστίνας Παπαϊωάννου
(Scroll for English)
Πολλοί πιστεύουν ότι δεν έχει νόημα να κάνει κανείς ζωγραφική σήμερα. Οι περισσότεροι από αυτούς αναγνωρίζουν την ιστορική σημασία της αναπαραστατικής ζωγραφικής στη διαμόρφωση του ευρωπαϊκού πολιτισμού ενώ, κάποιοι, βλέπουν με συμπάθεια την Αφαίρεση στον 20ο αιώνα. Αυτοί όμως που αμφισβητούν το νόημα ύπαρξης της ζωγραφικής διαδικασίας στις μέρες μας, πέρα από λοξές ματιές στις εξελίξεις των εικαστικών μέσων (περφόρμανς, εγκαταστάσεις, φωτογραφία και βίντεο), επιχειρηματολογούν – αρκετά πειστικά, είναι η αλήθεια - με βάση τον ψηφιακό κόσμο, το διαδίκτυο, την αλληλεπίδραση των μέσων αυτών με τον θεατή και, τέλος, με την άυλη δυνατότητα που ανοίγεται μπροστά μας, NFT μη εξαιρουμένων…
Φυσικά τα ξέραμε όλα αυτά. Η ζωγραφική αναπαράσταση από τη μια έχει δεχτεί ήδη πολλαπλά βλήματα.
Είναι αλήθεια, δεν υπάρχει αμφιβολία. Όμως σήμερα αποκαθηλώνονται και τα νεότερα μέσα της φωτογραφίας ή του βίντεο, όχι για το παρωχημένο των απόψεών τους αλλά, ακριβώς, για το άυλο του χαρακτήρα τους. Σε μια εποχή όπου το μέσον δεν έχει παρά μια και μόνον επιλογή: να επανεφευρεθεί εξ αρχής (ή έστω, από ένα σημείο) για να σταθεί πειστικά απέναντι στο πανηγύρι των media, της ποπ μουσικής και, φυσικά, του κινηματογράφου. Με άλλα λόγια να σταθεί, να ζήσει σε μια αυτόνομη κατάσταση, μακριά από τη ναφθαλίνη των μουσείων και το (αβάσταχτο) βάρος του παρελθόντος και της ιστορίας (από τα οποία καταπιέζονται πολύ λιγότερο τα media, η ποπ μουσική ή ο κινηματογράφος). Φυσικά, σήμερα η ζωγραφική θα έπρεπε να βρίσκεται σε προνομιακή θέση απέναντι στην εμπορική κατάρρευση των άλλων εικαστικών μέσων, του βίντεο, των εγκαταστάσεων ή της φωτογραφίας, καθώς και της διευρυμένης τους κρίσης (η εννοιακή τέχνη, γι' άλλη μια φορά στην ιστορία της, κινδυνεύει να γίνει αντικείμενο χλεύης και γελοιογραφίας λόγω των εκκεντρισμών της) όμως αυτό δεν συμβαίνει συχνά. Ειδικά στην Ελλάδα τέτοιες συνευρέσεις είναι σπάνιες και συχνά επιφανειακές ή ανόργανες.
Οπότε η πρώτη ατομική έκθεση της Χριστίνας Παπαϊωάννου έρχεται να προτείνει κάτι που δεν βλέπουμε συχνά:
μια ζωγραφική - να τολμήσω να τη χαρακτηρίσω μετα-ζωγραφική; - όπου η εμπλοκή του Ψηφιακού με το Ζωγραφικό έχει γεννήσει μια καινούργια φόρμα. Και νομίζω ότι είναι πρόδηλη ένδειξη ενός αφομοιωμένου καλλιτεχνικού προϊόντος το γεγονός ότι η πλάστιγγα εδώ δεν γέρνει ούτε από τη μία, ούτε από την άλλη μεριά. Η ζωγραφική διαδικασία της Παπαϊωάννου λειτουργεί σαν μπλέντερ όπου μέσα του αλέθονται διάσπαρτες αναφορές από την ιστορία της τέχνης
(με μεγάλη αγάπη, μεταξύ άλλων, στα χαρακτικά του Ντίρερ), αναρίθμητες ζωγραφικές τεχνοτροπίες (η συνύπαρξη των οποίων στο ίδιο κάδρο υπήρξε ανυπέρβλητο καλλιτεχνικό ταμπού, μέχρι πολύ πρόσφατα ακόμη), συμμετοχικές διαδικασίες (η ζωγραφική και τα σχέδια των παιδιών που δίδαξε η καλλιτέχνης σε σχολεία που υπηρέτησε) και, ασφαλώς, τα Pixel, τα βιντεοπαιχνίδια και ο ψηφιακός κόσμος. Θέλω να επαναλάβω ότι αν όλα αυτά τα, προφανώς, διάφορα και αντιφατικά στοιχεία συνυπήρχαν ανόργανα μαζί, θα κινδύνευε να μετατραπεί σε μια μεταμοντέρνα φαντασμαγορία (τίποτε κακό σε κάτι τέτοιο) όμως αυτό δεν συμβαίνει εδώ. Ανάμεσα στις παρεμβολές και τα παράσιτα από την εκπομπή των εικόνων κάθε είδους προέλευσης που έχουν ξεμείνει ως θραύσματα, το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει να ισορροπεί σαν να προϋπήρχε πάντοτε, ως εκ γενετής παραγωγή.
Τυχαίο; Δε νομίζω…
Η συνθετική της διαδικασία δανείζεται τρόπους από τη γενεαλογία του κολάζ μέσα στον εικοστό αιώνα. Στο κοκτέιλ όμως της Χριστίνας Παπαϊωάννου, τα επιμέρους συστατικά (και μάλλον είναι πάρα πολλά) διαλύονται. Στο τέλος παραμένουν,
και μόνον για τον προσεκτικό θεατή ή ντεντέκτιβ, θραύσματα και σπαράγματα ενός κόσμου που διαλύθηκε μέσα σε μια διαδικασία που εμείς απ’ έξω αδυνατούμε να αποκωδικοποιήσουμε. Κι εγώ που γράφω αυτές τις φράσεις τώρα κοιτώντας τα έργα αυτής της έκθεσης, αδυνατώ. Νομίζω ότι η αιτία αυτής της αινιγματικής φύσης της ζωγραφικής της Παπαϊωάννου είναι ένα στοιχείο, το οποίο μπαίνω στον πειρασμό να το ονομάσω τυχαίο, ενώ ξέρω ότι πραγματικά δεν είναι καθόλου τέτοιο. Και ασφαλώς δεν είναι τυχαίο αφού η καλλιτέχνης ελέγχει τα μέσα της από το πρώτο μέχρι το τελικό στάδιο.
Ένα στοιχείο όμως, αυτό της πλανητικής σύγκρουσης μορφών, σχημάτων και αναφορών κάνει στα μάτια μου αδύνατη την εφαρμογή καθιερωμένων αισθητικών κανόνων. Ναι, φυσικά, ο εικοστός αιώνας τους αμφισβήτησε σχεδόν όλους απ’ αυτούς, παρόλα αυτά η ζωγραφική της Παπαϊωάννου έχει στα μάτια μου μια απόκοσμη συνάφεια με μια εικονοποιία εξωγήινου πολιτισμού, ή ίσως καλύτερα, με αυτή μιας Τεχνητής Νοημοσύνης.
Είναι περίεργο αυτό που έγραψα αλλά, ειλικρινά, δεν μπορώ να το διατυπώσω καλύτερα. Αν δεν γνώριζα την (κατά βάση χειρωνακτική) ζωγραφική της διαδικασία, θα μιλούσα για μια Οπτικοποίηση Δεδομένων [Data Visualisation) σε χαοτική σύγκρουση. Ή σαν ένα Πολύπλοκο Τεστ Rorsach με σκοπό να ανασύρει τις πιο μύχιες φαντασιώσεις ή φοβίες του θεατή του.
Όλη η ιστορία της ζωγραφικής, ειδικότερα αυτή της μη παραστατικής, μπορεί να εκληφθεί ως ένα διαχρονικό τεστ Rorsach. Με αυτό το ψυχολογικό τεστ, συμμετρικές αλλά τυχαία δημιουργημένες εικόνες παρουσιάζονταν στους εξεταζόμενους. Σχεδόν πανομοιότυπα, οι περισσότεροι από αυτούς ανέσυραν εικόνες από το υποσυνείδητό τους, επιθυμίες και φόβους, και τα ταύτιζαν μ’ αυτά τα σχήματα. Συνήθως φαντάζονταν σχήματα, φόρμες, τις πιο πολλές φορές ανθρώπων ανάμεσα στις «αχειροποίητες» εικόνες. Αυτός ο αυξημένος ρόλος του θεατή μπορεί να εφαρμοστεί (αν δεν εφαρμόζεται ήδη) και στη ζωγραφική. Μένει στον θεατή να διαβάσει το καλλιτεχνικό έργο, αφήνοντας τη φαντασία του ανεξέλεγκτη. Οι Ασκοί του Αιόλου, που άνοιξαν από τον Jackson Pollock, μετέτρεψαν συνολικά την καλλιτεχνική εμπειρία σε ένα Τέστ Ρόρσαχ για τους θεατές, οι οποίοι καλούνταν, άλλοτε να θαυμάσουν αισθητικά έργα της αφηρημένης ζωγραφικής και, άλλοτε, να προσπαθήσουν να τα ερμηνεύσουν ή να τα εξηγήσουν. Η πιο πρόσφατη προσπάθεια να ξεχειλώσει την έννοια του τυχαίου (πάλι σε αφαιρετικά ζωγραφικά έργα) έγινε από τον Damien Hirst. Η ζωγραφική της Χριστίνας Παπαϊωάννου νομίζω ότι ανεβάζει τη διαδικασία αυτοψυχανάλυσης του θεατή των έργων της σε μια επόμενη πίστα (που λένε και οι gamers).
Από τη Μη Ύλη πίσω στην Ύλη
Η εξέλιξη των ψηφιακών εφαρμογών της εποχής μας ασφαλώς δίνει πρακτικά απεριόριστες εκδοχές παραποίησης της πραγματικότητας όμως στο μεταξύ έχουν συντελεστεί δύο μεγάλες φιλοσοφικές εξελίξεις:
η βαρύτητα της φωτογραφίας ως ντοκουμέντο έχει εξαντληθεί και η υψηλότατη ανάλυση εικόνας που επιτρέπουν τα νέα προγράμματα επεξεργασίας εικόνας και οι υπολογιστές νέου τύπου, εξαφανίζουν αυτή τη μαγεία του απροσδιόριστου που στοίχειωνε το παλαιότερο υλικό. Αντιθέτως η ασάφεια μιας ανεστίαστης εκτύπωσης, των παρασίτων της τηλεόρασης ή τα pixel στα πρόσωπα των μαρτύρων, εντείνουν τόσο το μυστήριο όσο και η συμπλήρωση αυτών που δεν φαίνονται από τον ίδιο τον θεατή, ενισχύοντας το ρόλο του. Όπως περίπου στα κινηματογραφικά θρίλερ όπου αυτό που δεν φαίνεται συχνά τρομάζει πιο πολύ απ' αυτό που φαίνεται. Με άλλα λόγια, τα χαρακτηριστικά που σημάδεψαν ίσως περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο την εξέλιξη του ζωγραφικού μοντερνισμού και της αφαίρεσης. Το σημαντικό εδώ δεν είναι τι βλέπεις αλλά το τι νομίζεις ότι βλέπεις. Πρόθεση η αμφισβήτηση της αφήγησης ή, ίσως, της αμφισβήτησης της αφήγησης. Νιώθω ότι αυτή εδώ η πρώτη ατομική έκθεση της Χριστίνας Παπαϊωάννου έρχεται να καταθέσει μερικές σημαντικές προεκτάσεις στην περιπέτεια της ζωγραφικής στην ψηφιακή εποχή. Αναρωτιόμουν στην αρχή αυτού του κειμένου αν πρόκειται για Μετα-Ζωγραφική. Εξακολουθώ να αναρωτιέμαι…
Θανάσης Μουτσόπουλος, Iστορικός Tέχνης
Απρίλιος, 2022
TOWARDS POST-PAINTING
The integration of Digital and Painting aspects in the first solo exhibition of Christina Papaioannou.
Many people believe that there’s no point in painting any more. And while most of them recognize the historical importance of representational painting in the shaping of the European Civilization, there are others who prefer the abstract expression of the 20th century. Yet those who question the use of painting today, turning their eye to the latest developments in the field of the visual means (performing arts, installations, photography or video art), base their argumentation - quite convincingly, I must admit – on the dawn of the digital world, the internet and the interaction of those new means with the viewer and the intangible possibilities they offer (NFT included). Of course, this is no surprise. Representational painting has already taken many significant blows. It’s an undeniable fact. But today, even contemporary means such as photography or video art are wildly questioned, not because of their obsolete character, but because of their very intangible nature. We live in a world where expressive means have no other option but to be reinvented from the start (or, at least, from a certain point) in order to survive the hurricane of the media, pop music and of course, the film industry. In other words, in order to survive as an autonomous expressive force, far from the stagnant odor of the museum and the (unbearable) weight of a historical past which does not act as repressively for the media, pop music or the film industry. Today, painting should hold a privileged position in comparison to the commercial downfall and the wider crisis of other visual means such as video art, installation or photography, since conceptual art is, once again, in danger of becoming an object of mockery and caricature due to its eccentricities. And yet, this is not the case. Although we would expect many young artists to explore the interaction possibilities of painting with this new world, it seems to be a rather rare phenomenon. Especially in Greece, this kind of interactions are limited, shallow or lifeless.
This is why the first solo exhibition of Christina Papaioannou presents us with such a rare proposition: a kind of painting (or should I dare say ‘post-painting’?) in which the integration of Digital and Painting aspects creates a newly born form. In my opinion, the fact that the ensuing artistic product does not lean towards either of those two elements, indicates the completeness of the integration itself.
Papaioannou’s artistic process works like a blender, grinding together scattered references to Art History (with a prominent love for Durer’s engravings), countless painting styles (the coexistence of which, has long been an insurmountable artistic taboo), various interactive procedures (such as children’s paintings made by the artist’s pupils) and, of course, Pixels, videogames and the digital world. It goes without saying that, if all those obviously contradicting elements where to coexist in a lifeless way, they could easily become a postmodern extravaganza (nothing wrong with that). Yet, this is not the case here. Surging through the interference produced by the transmission of segmented images, the final result seems to have a special balance of its own, as if it preexisted as a form in its own right.
By chance? I wouldn’t think so…
Her composing methods are closely related to the 20th century collage legacy. Yet, in Christina Papaioannnou’s cocktail, the different elements (used in considerable abundance) are being dissolved. In the end, they remain fragments or scarps (detectable only by the acutest eye) of a world shattered through a process that we, as outsiders, cannot decode. I surely can’t, even though I am the one writing these words looking at the very works of the exhibition. I think the source of the enigmatic nature of Christina Papaioannou’s painting is an element of randomness - as I’m tempted to call it, although I very well know that it is not so. In reality, there’s nothing random about it since the artist is in full control of her creative means, from the start to the very end. But there is one element in this planetary collision of forms, shapes and references that does not allow, in my humble opinion, the implementation of any established aesthetic rules. Undoubtedly, the 20th century has already challenged all of them.
Yet, in my eyes, Christina Papaioannou’s painting has an eerie relation to the art of an alien civilization or, better yet, that of an Artificial Intelligence. What I just wrote may sound strange, but I honestly cannot express it in a better way. If I wasn’t acquainted with her (basically handmade) artistic procedure, I would be talking of Data Visualization in chaotic collision or an Iconic Rorschach Test invoking the viewer’s deepest fantasies or fears. The entire Art History – especially that of the non-representational art – could be conceived as a constant Rorschach Test. This psychological test presents the participant with symmetrical, but randomly created images. Most participants identify those shapes with images of their subconscious – their fears and desires. They usually imagine abstract shapes or forms but most of the times, even though these images are not the product of human intellect, they recognise human figures. This augmented role of the viewer can be applied (if it’s not already being applied) in painting, as well.
It rests upon the viewer to interpret a work of art by letting his/her imagination free. When Jackson Pollock released the Wind- bag of Aeolus, he turned the whole artistic experience into a Rorschach Test, calling upon the viewers to either aesthetically admire an abstract work of art, or try to interpret and explain it. The most recent effort of stretching this notion of randomness, was made by Damien Hirst. In my opinion, Christina Papaioannou’s painting takes the viewer’s self-psychoanalytic process to an even higher level (as gamers would put it).
Returning from Non-Matter to Matter
Today, the developments in digital applications surely present us with limitless versions of an altered reality. Nevertheless, we must also take in account the two significant philosophical shifts which have recently occurred: the fact that the importance of photography as a form of documentation has long been exhausted, while the high image analysis produced by new generation computers and new editing programs has eradicated the magic of the undefinable which has haunted the earlier material.
On the contrary, the ambiguity of unfocused printing, television interference or pixels across a witness’ face can intensify the mystery as much as the connection of the unseen dots, thus promoting the viewer’s role. It reminds us of a thriller movie, where the unseen is often more frightening than what we see. I’m referring to the traits which marked, above all other things, the evolution of modernism and abstraction. What is important here, is not what you see, but what you think you are seeing. The final goal is the challenge of narration or a challenging narration. I feel that the first personal exhibition of Christina Papaioannou offers a significant new path to the adventures of painting, as it enters the digital era. At the beginning of this piece, I wondered if it’s a kind of post-Painting.
I am still wondering…
Thanassis Moutsopoulos, Art historian
April 2022